“Στα Πορταρίτκα”

Στο πλαίσιο διατήρησης της ταυτότητας του χωριού μας αλλά και των κατοίκων του, ο Πολιτιστικός Σύλλογος Νέων Πορταριάς αποφάσισε να καταγράψει, να διασώσει αλλά και να διαδώσει τους τοπικούς ιδιωματισμούς της γλώσσας έτσι ώστε να διατηρηθεί η εντοπιότητα και η αυθεντικότητα της ντοπιολαλιάς. Η λίστα των ιδιωματισμών συνεχώς θα εμπλουτίζεται, καθώς η καταγραφή απαιτεί χρόνο και ακρίβεια. 
Παρακάτω θα βρείτε λέξεις, φράσεις και σύντομους διαλόγους που συνήθως θα ακούσετε, επισκεπτώμενοι το χωριό μας. Σας συνιστούμε να προσπαθήσετε να μιλήσετε και εσείς σαν ένας ντόπιος, καθώς πάντα θα υπάρχει ταύτιση με αυτό.
Καλή ανάγνωση! 
 
  • Τί φκιάνσ’;  (Τί κάνεις;) 

-Τί φκιάνσ’;   

-Τί να φκιάσω; Να εδώ τμαρεύω. 

  • Σαπάν’   ( Πάνω)  

-Θα πας καθόλου κατά σαπάν ζμπλατεία; 

-Μπααα, τί ήθελες;  

-Άϊ θα ανέβω εγώ, δε πράζ’. 

  • Σαπέρα  ( Πέρα) 

-Θα πας καθόλου σαπέρα στο κτήμα; 

-Θα πάω σε λιγάκ’. Θα ρθείς να μάσουμε χόρτα για τ’ πίτα; 

  • Σαδώθε  (Εδώ) 

-Σαδώθε, σακείθε, πάν’, κάτ’, κάτσε καταΐ ρε παιδάκιμ’ ζαλίσκα! 

Σαρίσκα  (Έπεσα) 

-Πρόσεχε! Θα πέεισ’!  

———μετά το πέσιμο——— 

-Αφού σ’ είπα πρόσεχε, σαρίσκες ντίπ μωρέ! 

  • Πιστίλ’ γίνκα  (Έγινα μούσκεμα) 

-Απαπαααα, πιστίλ’ γίνκες παιδάκιμ’ , έλα να αλλάειξ’! 

  • Σβαρνιάρσ’ (Σβαρνιάρης) 

-Ντίπ σβαρνιάρσ’ είναι αυτό το παιδί! Όλα παρατμένα είναι εδώ και ‘κεί! 

  • Θα σε σμάσω τίποτα μπατσές, κανόνσε (Θα τις φας, Θα σου δώσω ξύλο) 

-Άσε τα σαλά, μη σε σμάσω τίποτα μπατσές! Κανόνσε! 

  • Σμαζεύω  (Συμμαζεύω) 

-Πάω μέσα να σμαζέψω λιγάκ’. Θα έρθ’ η συμπεθέρα και θα λέει “Ντίπ ασμάζευτοι είν’ αυτοί”. 

  • Άι βρε κοτσιμπάνα (Άι βρε κουφιοκέφαλε/άνθρωπος αγράμματος) 

-Άι βρε κοτσιμπάνα με μυρμήγκια εσύ, απ’ θες και κνύγια! 

  • Μη Θεέμ’ χειρότερα (θα μπορούσε να σημαίνει “Δεν το πιστεύω”) 

-Έμαθες καλέ;  

-Τί μαρή; 

-Ο πατέρας του Τάκη, εγκεφαλικό! 

-Μη Θεέμ’ χειρότερα! 

  • Σε πράζ’  (Σε πειράζει;)

-Τί σε πράζ’ εσένα αν θα πάρω άλογο απ’ το παζάρ’; 

  • Καρίκ’  (Τσιγάρο) 

-Πάμε όξω να κάνουμε κανένα καρίκ’ ; 

  • Κουφλαμπάνα  (Ο κουφός)

-Χίλιες φορές στο ‘πα μαρή! Ντίπ κουφλαμπάνα είσαι;! 

  • Λιώπας (βαρύς/βαριεστημένος)

– Άϊ βρε λιώπα, μεσ’ την μπραΐλα είσαι».

  • Δε σ’άκσα( Δεν σε άκουσα)

-Τί μ’είπες μαρή, δε σ’άκσα»

  • Έγινα κλέτσ’/ μπλαθρί(έγινα μούσκεμα από βροχή, πολύ νερό)

– Τί βροχή έριξε;! Μπλαθρί/Κλέτσ’ γίνκα».

  • Λιβακώθκα(Ζεστάθηκα)

-Ζέστα σήμερα;! Δεν είναι να σταθείς όξω! Θα λιβακθείς».

  • Από μάτ’ (=να ξεματιάσω κάποιον)
-«Έλα να σε κάνω ένα από ματ’! ——-μετά το ξεμάτιασμα———-
«Πω πω παιδάκι μ’ φτου φτου να μη βασκαθείς, κλάψανε τα μάτιαμ’»
 
  • Ασμάζευτος  (Ασυμμάζευτος) 

-Τον έχεις δει τον γιο του Μήτσου; 

-Ποιον λες καλέ; Αυτόν τον ασμάζευτο;! 

  • Άι χαΐρια  (Κοίτα καμώματα) 

-Άι χαΐρια! Πού πας καλέ έτσ’ ντμέν’; Άφησες την δλειάσ’ και τρέχεις στα παγκύρια; 

  • Τη τύφλασ’ την κακιά  (Τίποτα δεν ξέρεις) 

-Την τύφλα τσ’ την κακιά απ’ θέλουν και μιλάνε! Να κάτσουν εκεί που κάθονται! 

  • Ρε άϊ σαπέρα (Ρε φύγε από εδώ) 

-Ρε άϊ σαπέρα, απ’ θα με πεις εμένα ότι δεν καθαρίζω καλά!  

  • Σκλικιάρς’  (Σκουλιακιάρης, πολύ αδύνατος σαν σκουλίκι/ ο βρωμιάρης) 

-Φάε καλέ λιγάκ’ παραπάνω! Ντίπ σκλικιάρσ’ γίνεις ! 

-Άι ρε σκλικιάρ’, τράβα να πλυθείς. 

  • Άϊ ρε πτσί  (Άϊ ρε καημένε/ανίδεε/μικρέ, περιπαικτικός λόγος) 

-Άï ρε πτσί εσύ, απ’ θές και γναίκες! Πτσί, ε πτσί! 

  • Απστομήθκα (Έπεσα) 

-Εψέ απστομήθκα αυτού σακάτ’ στου Καναλάκ’, με πήγαν στον γιατρό να με ειδεί. Ντάξ, τίποτα δεν έπαθα. 

  • Ιιιιιιιιιιιι σχαμάρα. (Το λέμε όταν βλέπουμε κάτι αηδιαστικό) 

-Τι φκιάνσ’ μωρέ αυτού το σκλί; Iιιιιιιιιιιιιι σχαμάρα, σε γλύφ’ κιόλα; 

  • Κίνσε ο γάμος  (Ξεκίνησε ο γάμος) 

-Ο μπράτιμος πάνω στο άλογο του, φωνάζει την συγκεκριμένη φράση προς τους καλεσμένους ενός γάμου, πριν το ζευγάρι ξεκινήσει από το σπίτι του για την εκκλησία ώστε τελεστεί το μυστήριο. 

  • Σκινιάστκα/Σκνιάστκα/Σκνιάσκα  (Έπεσα απότομα-όπως ένα άλογο μπορεί να δεθεί με τα σχοινιά του και τα πέσει) 

-Οοοοοοοοο, σιγάαααααα, θα σκνιαστείς μαρή! 

  • Κατσιό   (Καθισιό) 

-Όλο κατσιό είσαι! Σήκω να φκιάεισ’ καμιά δλειά! 

  • Μαναχόζμ’   (Μοναχός μου-Μόνος μου) , Μαναχιάμ’ (Μοναχή μου-Μόνη μου) 

-Να μην ανακατεύεσαι στα ποδάριαμ’ εσύ! Θαλά τα φκιάσω μαναχόζμ’! 

  • Τί με χτάειζ’;   (Γιατί με κοιτάζεις;

-Τί με χτάειζ’ έτσι καλέ; Φκιασδώθκα και δεν με κατάλαβες; 

  • Πρήσκα(πρήστηκα)

-«Πω πω μ’έπεσε βαρύ το στφάδο, πρήσκα!»

  • Από μάτ’ (να ξεματιάσω κάποιον)

-«Έλα να σε κάνω ένα από ματ’! 

-μετά το ξεμάτιασμα———

– «Πω πω παιδάκι μ’ φτου φτου να μη βασκαθείς, κλάψανε τα μάτιαμ’»

  • Κουρουκλιέμαι(κατρακυλιέμαι)

– Έφαγα ένα πεσιό εψές, κουρουκλήθκα μέχρις σακάτ’»

  • Καταλίκια (μονοπάτια/δρόμοι/καλντερίμια)

-Έχει πάρ’ σβάρνα όλα τα καταλίκια. Το πρωί γύρσε σπίτια’».

  • -Πεσιό(πέσιμο) 
-« Έφαγα ένα πεσιό προψέ, το έμασα όλο το καντρίμ»
 
 
  • Θα φας ανάποδες! (Θα φάς ξύλο!) 

-Θα φάς κάτι ανάποδες! Θα στο τνάξω το τομάρισ’!  

  • Θα στο τνάξω το τομάρισ’ (Θα φάς ξύλο)

-Εάν ξαναπράξ το κορίτσ’, θα στο τνάξω το τομάρισ’! 

  • Τόσο ϊά  (Τόσο δα) 

-Πόσο τσίπουρο να σε βάλω παππού; 

-Να, τόσο ϊά. 

  • Όλο σαλά κουβεντιάζ’ (Λες όλο σαχλαμάρες/χαζομάρες) 

-Να έρθω σήμερα για καφέ, θα έχεις χρόνο; -Να μην είμαι και μέσ’ τα ποδάριασ’. 

-Άι όλο σαλά κουβεντιάζ’. Άι έλα να πούμε κάνα ψέμα. 

  • Θα πας πθανά;  (Θα πας πουθενά;/Θα βγεις;) 

-Θα πάς απθανά απόψε; 

-Θα κατέβω ζμπλατεία να πιώ καμιά κούπα, θα ‘ρθείς;  

  • Καντρίμ’  (Καλντερίμι)

-Τα έδεσα αυτού στο καντρίμ’ τα άλογα, λές να ενοχλούν; 

-Άστα όπως είναι μωρέ, ποιος θα περάσ’ τέτοια ώρα; 

  • Παγκύρ’  (Πανηγύρι) 

-Θα ‘ρθείς στο παγκύρ’ απόψε; 

-Εμ δε θα ‘ρθω;!  

  • Μπραΐλα  (Βαρεμάρα/ η μυρωδιά από τα ζώα/το πολύ κρασί) 

-Με ‘χει πιάσει μια μπραΐλα σήμερα, δεν θέλω να φκιάσω τίποτα! 

– Πω πω, στα γίδια ήσαν; Ζέχνς΄ μπραΐλα.

-Τφέκ’ γίνκα εψέ, ήταν καλή η μπραΐλα βλέπς’.

  • Μπρίσκα  (=Μπρίστηκα-τσακώνομαι σαν τα τραγιά) 

Γιατί μπριζόσαν με τον αδερφόσ’ εψέ; Τι σας έπιασε πάλι; 

  • Πατλιά  (Μικρή ποσότητα/ κυριολεκτικά ο μικρός θάμνος) 

-Μηνμε βάλσ’ πολύ μπακλαβά, μια πατλιά μόνο. 

  • Σμάσ’ τα ζνάριασ’   (Σήκωσε τα παντελόνια σου/Μαζέψου) 

-Άϊ κοίτα τον εκιαά(εκεί)! Οοοοοοοοο Μήτσοοοοο, σμάσ’ τα ζνάριασ’ ρεε! 

  • Άϊ σώνε  (Άντε τελείωνε) 

– Άϊ θα σώεισ’ καμιά ώρα να φύφγουμε(=φύγουμε); 

  • Σβημάρα (σβήσιμο/μεταφορικά)

-«Μ’ ήρθε μια σβημάρα τώρα δας, κόντεψα να πέσω καταΐ».

  • Πεσιό (πέσιμο)

-« Έφαγα ένα πεσιό προψέ, το έμασα όλο το καντρίμ».

  • Πέταξα μπλάνες(Έβγαλα κοκκινίλες στο δέρμα)

– « Τον είδες μπλάνες που πέταξε; Φτύλ’ πρέπει να τον έφκιασε η γναίκ τ’».

  • Πρήσκα(=πρήστηκα)
-«Πω πω μ’έπεσε βαρύ το στφάδο, πρήσκα!»
 
  • Σβημάρα (=σβήσιμο/μεταφορικά)
-«Μ’ ήρθε μια σβημάρα τώρα δας, κόντεψα να πέσω καταΐ».

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Για οποιαδήποτε πληροφορία χρειάζεστε  μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας με τις παρούσες επιλογές! 

EMAIL

portaria.pelion.youth.club@gmail.com